Τι είναι η ρήξη υπερακανθίου;
Η ρήξη υπερακανθίου (ή ρήξη υπερακανθίου τένοντα) αποτελεί το συχνότερο είδος ρήξης του στροφικού πετάλου του ώμου. Πρόκειται για τραυματισμό και καταστροφή του τένοντα του υπερακανθίου. Ανάλογα με την έκτασή της, η ρήξη μπορεί να είναι μία σχισμή ή τρύπα στη μάζα του τένοντα (μερική ή πλήρης ρήξη αντίστοιχα).
Τι είναι το στροφικό πέταλο;
Το στροφικό πέταλο σχηματίζεται από τους τένοντες τεσσάρων μυών του ώμου: υποπολατίου, υπερακανθίου, υπακανθίου και ελάσσονος στρογγύλου. Οι μύες αυτοί εξορμούνται από την πρόσθια και την οπίσθια επιφάνεια της ωμοπλάτης και καταλήγουν στην κεφαλή του βραχιονίου. Είναι υπέυθυνοι για τη στροφή του άνω άκρου και η κατάληξή τους καλύπτει την κεφαλή του βραχιονίου, σχηματίζοντας ένα πέταλο (εξού και ο όρος “στροφικό πέταλο”).
Τι είναι η ρήξη στροφικού πετάλου;
Είναι ο μερικός ή πλήρης τραυματισμός (σχιχμή ή τρύπα αντίστοιχα) ενός ή περισσοτέρων τενόντων του στροφικού πετάλου. Συχνότερα, η ρήξη παρατηρείται στον υπερακάνθιο και στον υπακάνθιο. Λιγότερο συχνά, παρατηρείται στον υποπλάτιο ή τον ελάσονα στρογγύλο. Για αυτό ακριβώς το λόγο, συχνά, με τον όρο “ρήξη υπερακανθίου” αναφερόμαστε αυθαίρετα και για λόγους συντομίας, σε ρήξεις στροφικού πετάλου που μπορεί να περιλαμβάνουν και άλλους τένοντες πέραν του υπερακανθίου.
Γιατί είναι συχνότερη η ρήξη υπερακανθίου;
Ο τένοντας του υπερακανθίου είναι περισσότερο ευαίσθητος σε σχέση με τους υπόλοιπους τένοντες του στροφικού πετάλου, σε κακώσεις, φλεγμονές (τενοντίτιδα) ή τραυματισμούς (ρήξη υπερακανθίου). Αυτό πιθανότητα, συμβαίνει εξαιτίας της ανατομικής του θέσης, της πτωχής του αγγείωσης και της λειτουργίας του.
Ο τένοντας βρίσκεται ακριβώς κάτω από το έξω χείλος του ακρωμίου και εγκλωβίζεται μεταξύ ακρωμίου και κεφαλής του βραχιονίου, κάθε φορά που ανυψώνουμε το άνω άκρο πάνω από το ύψος της κεφαλής. Η συνεχής πρόσκρουση του τένοντα στις οστικές δομές του ώμου, ευνοεί τη φθορά του (μικρορήξεις) προϊόντος του χρόνου. Επιπλέον, η κακή αγγείωση του τένοντα δεν ευνοεί την επούλωση των μικροτραυματισμών του, με συνέπεια την επιδείνωση μιας αρχόμενης ρήξης. Τέλος, ο υπερακάνθιος δραστηριοποιείται σε όλες σχεδόν τις κινήσεις του ώμου, οπότε και η φθορά του είναι περισσότερο αναμενόμενη σε σχέση με τους υπόλοιπους τένοντες του στροφικού πετάλου.
Τι σημαίνει μερική ή ολική ρήξη υπερακανθίου;
Η ρήξη μπορεί να αφορά, είτε σε ένα μέρος του πάχους του τένοντα, οπότε καλείται μερική ρήξη, είτε μπορεί να αφορά σε όλο το πάχος του τένοντα, οπότε καλείται πλήρης. Ουσιαστικά, η μερική ρήξη υπερακανθίου αποτελεί μια σχισμή στην άνω ή κάτω επιφάνεια του τένοντα, ενώ, η πλήρης ρήξη αποτελεί μία σχισμή που διαπερνά τη μάζα του τένοντα (οπότε σχηματίζεται μία τρύπα).
Τι συμπτώματα προκαλεί η ρήξη;
Το βασικότερα συμπτώματα ενός ασθενούς με αποκλειστική ρήξη υπερακανθίου είναι ο πόνος στον ώμο και η δυσκολία ανύψωσης και στροφής του άνω άκρου πάνω από το ύψος της κεφαλής. Ο πόνος παρατηρείται σε συγκεκριμένες κινήσεις του ώμου, κυρίως κατά την ανύψωση του άνω άκρου.
Σε περιπτώσεις μεγάλων, μαζικών ρήξεων του στροφικού πετάλου, η ρήξη υπερακανθίου συνδυάζεται με ρήξεις και των άλλων τενόντων και τα συμπτώματα είναι περισσότερο έντονα (αδυναμία ανύψωσης του άνω άκρου, αδυναμία στροφής).
Πώς γίνεται η διάγνωση της ρήξης;
Η διάγνωση της ρήξης γίνεται εύκολα κλινικά, με βάση το ιστορικό και τη λεπτομερή εξέταση του ασθενούς και επιβεβαιώνεται απεικονιστικά, με υπερηχογράφημα ή μαγνητική τομογραφία.
Ποιά είναι η θεραπεία της ρήξης;
Κάθε ρήξη, ανάλογα με τα ανατομικά χαρακτηριστικά της (σχήμα, εντόπιση, μέγεθος, έκταση, ατροφία του μυός) ταξινομείται σε διάφορες κατηγορίες (βαθμός σοβαρότητας). Ανάλογα με τα συμπτώματα του ασθενούς και τη σοβαρότητα της ρήξης, προκύπτει η ένδειξη για χειρουργική ή μη (συντηρητική) θεραπεία.
Τι περιλαμβάνει η συντηρητική (μη χειρουργική) θεραπεία;
Σε μικρές ρήξεις με ήπια συμπτώματα, ή σε περιπτώσεις ασθενών ελάχιστων λειτουργικών απαιτήσεων, η θεραπεία περιλαμβάνει ανάπαυση, φυσικοθεραπεία, αναλγητική αγωγή και εγχύσεις βιολογικών παραγόντων ή φαρμάκων μέσα στην άρθρωση του ώμου.
Πότε χρειάζεται χειρουργείο;
Χειρουργική αποκατάσταση πραγματοποιείται σε περιπτώσεις μέτριων και μεγάλων ρήξεων, ρήξεων με έντονη συμπτωματολογία (πόνος, δυσκαμψία) και μικρών ρήξεων σε άτομα υψηλών λειτουργικών απαιτήσεων. Η βασική ένδειξη για χειρουργική αντιμετώπιση είναι η κλινική εικόνα του ασθενούς.
Ανάλογα με τα ανατομικά χαρακτηριστικά της, κάθε ρήξη υπερακανθίου ταξινομείται σε διάφορες κατηγορίες.
Ωστόσο, όσο μεγαλώνει η ηλικία του ασθενούς, τόσο περισσότερο αυξάνει η πιθανότητα να υπάρχει στον απεικονιστικό έλεγχο (υπέρηχο/μαγνητική) ρήξη στον υπερακάνθιο ή σε κάποιον άλλο τένοντα του στροφικού πετάλου.
Αυτό σημαίνει, ότι πολλές ρήξεις υπερακανθίου μπορούν να υπάρχουν σε άτομα ηλικίας άνω των 40 ετών, χωρίς να εκδηλώνονται κλινικά συμπτώματα και επομένως να παραμένουν αδιάγνωστες.
Επομένως, η παρουσία ρήξης υπερακανθίου στη μαγνητική ή στον υπέρηχο, δεν αποτελεί ασφαλές κριτήριο για να ενοχοποιήσουμε τη ρήξη για τα ενδεχόμενα συμπτώματα του ασθενούς.
Ο υπερακάνθιος τένοντας βρίσκεται υψηλότερα από τους υπόλοιπους τένοντες του στροφικού πετάλου και είναι περισσότερο εκτεθειμένος σε συνεχή πρόσκρουση με μία προεξοχή της ωμοπλάτης που ονομάζεται ακρώμιο.
Ποια είναι τα συμπτώματα;
Τα συνηθέστερα συμπτώματα είναι ο πόνος στον ώμο και η δυσκολία ανύψωσης του άνω άκρου πάνω από το κεφάλι.
Πώς γίνεται η διάγνωση;
- Κλινική εξέταση
- Υπερηχογράφημα
- Μαγνητική τομογραφία
Ποια είναι η κατάλληλη θεραπεία;
Ανάλογα με τη σοβαρότητα της ρήξης, η θεραπεία διακρίνεται σε συντηρητική και χειρουργική.
Τι περιλαμβάνει η συντηρητική θεραπεία;
- Φυσικοθεραπεία
- Αναλγητική αγωγή
- Εγχύσεις πλάσματος στον ώμο
- Ξεκούραση
Πότε στρεφόμαστε στη χειρουργική θεραπεία;
Στις περιπτώσεις που η ρήξη θεωρείται μέτρια ή μεγάλη και τα συμπτώματα επηρεάζουν τη λειτουργικότητα του ασθενούς.