Ο βλαισός μέγας δάκτυλος (κοινώς “κότσι στο πόδι”) αποτελεί μια σύνθετη παραμόρφωση του άκρου ποδός.
Η αιτιολογία της πάθησης είναι πολυπαραγοντική. Στην παραμόρφωση συμβάλλουν τόσο εξωγενείς, όσο και ενδογενείς παράγοντες.
Στους εξωγενείς συγκαταλέγεται η χρήση στενού υποδήματος και υποδήματος με τακούνι.
Στους ενδογενείς παράγοντες συγκαταλέγονται κυρίως το οικογενειακό ιστορικό, η συνδεσμική χαλαρότητα του/της ασθενούς, η ανατομική κατασκευή του 1ου μεταταρσίου, η πλατυποδία και η ρευματοειδής αρθρίτιδα.
Ο βλαισός μέγας δάκτυλος έχει σύνθετη παθοφυσιολογία. Γενικά, πιστεύουμε ότι οφείλεται σε μια σειρά παραμορφώσεων του άκρου ποδός, με τελικό αποτέλεσμα τη χαρακτηριστική “προς τα έξω” κλίση του μεγάλου δακτύλου.
Τα συμπτώματα της πάθησης είναι
- πόνος στην 1η μεταταρσο-φαλαγγική άρθρωση
- παραμόρφωση της άρθρωσης
- προς τα έσω προβολή της κεφαλής του 1ου μεταταρσίου (κότσι)
- ερεθισμός και φλεγμονή της κεφαλής του 1ου μεταταρσίου
- παραμόρφωση και κάλοι των μικρότερων δακτύλων (γαμψοδακτυλία, σφυροδακτυλία)
πόνος στο πέλμα (μεταταρσαλγία -”πτώση μεταταρσίων”)
Η διάγνωση γίνεται εύκολα κλινικά και επιβεβαιώνεται απεικονιστικά με ακτινολογικό έλεγχο. Με βάση την ακτινογραφία του άκρου ποδός, είμαστε σε θέση να καθορίσουμε τη σοβαρότητα της βλάβης και το είδος της θεραπείας.
Σε μικρές παραμορφώσεις, η θεραπεία μπορεί να είναι συμπτωματική (νάρθηκες, πάτοι, ευρύχωρα υποδήματα).
Σε μέτριες και βαριές περιπτώσεις, ο βλαισός μέγας δάκτυλος διορθώνεται χειρουργικά.
Η χειρουργική αποκατάσταση του βλαισού μεγάλου δακτύλου περιλαμβάνει τη διόρθωση του συνόλου των παραμορφώσεων του άκρου ποδός και όχι μόνο τη διόρθωση της “φαινομενικής” παραμόρφωσης που ενοχλεί τον ασθενή (κότσι).
Το είδος της χειρουργικής τεχνικής εξαρτάται από τη βαρύτητα της παραμόρφωσης και την προτιμώμενη μέθοδο του ορθοπαιδικού.
Γενικά, η θεραπεία συνίσταται στην οστεοτομία (κόψιμο) της κεφαλής του 1ου μεταταρσίου και τη μετατόπισή της περισσότερο “εξωτερικά” από την ανατομική της θέση.
Με τον τρόπο αυτό, διορθώνεται η παραμόρφωση της 1ης μεταταρσοφαλαγγικής άρθρωσης και βελτιώνεται η βλαισότητα του μεγάλου δακτύλου. Η καθήλωση της κεφαλής στην επιθυμητή θέση επιτυγχάνεται με χρήση κοχλιών (βίδες) ή βελονών (kirschner wires).
Παράλληλα, διενεργούνται χειρισμοί στα μαλακά μόρια της περιοχής (θύλακος, τένοντες) έτσι ώστε, να επιτευχθεί η σταθερότητα της 1ης μεταταρσο-φαλαγγικής άρθρωσης και η αποφυγή υποτροπών.
Το χειρουργικό αποτέλεσμα ελέγχεται ακτινολογικά κατά τη διάρκεια της επέμβασης.
Μετεγχειρητικά, ο ασθενής βαδίζει σε ειδικό νάρθηκα αποφόρτισης για λίγες ημέρες και σταδιακά επιστρέφει στις καθημερινές του δραστηριότητες.