Η ολική αρθροπλαστική ώμου είναι η οριστική θεραπεία της οστεοαρθρίτιδας του ώμου. Πρόκειται για χειρουργική τεχνική κατά την οποία, αντικαθιστούμε τα φθαρμένα τμήματα της άρθρωσης με μεταλλικές προθέσεις (εμφυτεύματα).
Η ολική αρθροπλαστική ώμου (και πιο σωστά, η ανατομική ολική αρθροπλαστική ώμου) αποτελεί τη χειρουργική λύση για την οστεοαρθρίτιδα της γληνοβραχιόνιας άρθρωσης, την αρθρίτιδα δηλαδή που αναπτύσσεται μεταξύ της ωμογλήνης και της κεφαλής του βραχιονίου.
Ο ώμος ή -πιο σωστά- ωμική ζώνη, αποτελείται από δύο αρθρώσεις:
- την γληνοβραχιόνιο: ένωση της ωμογλήνης με την κεφαλή του βραχιονίου και
- την ακρωμιοκλειδική: ένωση της κλείδας με το ακρώμιο.
Με τις δύο αυτές αρθρώσεις, τα οστά της κλείδας, της ωμοπλάτης και του βραχιονίου σχηματίζουν μια πολύπλοκη κατασκευή που επιτρέπει τη σταθερή σύνδεση του άνω άκρου με τον κορμό. Η αρθρίτιδα μπορεί να προσβάλει και τις δύο αρθρώσεις της ωμικής ζώνης. Ωστόσο, μόνο η αρθρίτιδα της γληνοβραχιόνιας άρθρωσης αντιμετώπιζεται με την ολική αρθροπλαστική ώμου. Η αρθρίτιδα της ακρωμιοκλειδικής αντιμετωπίζεται αρθροσκοπικά.
Η ολική αρθροπλαστική ώμου αποτελείται από δύο τμήματα:
- τη βραχιόνιο πρόθεση, η οποία είναι μεταλλίκη και αντικαθιστά τη φθαρμένη κεφαλή του βραχιονίου και
- την πρόθεση της ωμογλήνης, η οποία είναι πλάστική (πολυαιθυλένιο) και αντικαθιστά τη φθαρμένη ωμογλήνη.
Οι κύριες ενδείξεις εφαρμογής της συγκεκριμένης αρθροπλατικής είναι:
- οστεοαρθρίτιδα ώμου (γληνοβραχιόνιας άρθρωσης)
- ρευματοειδής άρθρίτιδα ώμου
- μετατραυματική αρθρίτιδα ώμου
- οστεονέκρωση βραχιόνιας κεφαλής
Η τοποθέτηση των προθέσεων γίνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε η ολική αρθροπλαστική ώμου να μιμείται τη φυσιολογική λειτουργία της άρθρωσης. Για την επιτυχημένη χρήση των προθέσεων, απαιτείται ένας ενδελεχής προεγχειρητικός έλεγχος, ο οποίος περιλαμβάνει την πλήρη λήψη του ιστορικού, τη λεπτομερή κλινική εξέταση και τον απεικονιστικό έλεγχο (ακτινογραφίες και ενίοτε αξονική ή μαγνητική τομογραφία).
Διεγχειρητικά, ο ορθοπαιδικός χειρουργός αφαιρεί τα φθαρμένα τμήματα του βραχιονίου και της ωμοπλάτης (την αρθριτική κεφαλή και τη ωμογλήνη δηλαδή) και τοποθετεί δοκιμαστικά εμφυτεύματα (προθέσεις). Με βάση τις δοκιμαστικές προθέσεις, ελέγχει την κινητικότητα και τη σταθερότητα του ώμου και καθορίζει το σχήμα και το μέγεθος των τελικών προθέσεων. Στη συνέχεια αντικαθιστά τις δοκιμαστικές προθέσεις με τις τελικές και ελέγχει ξανά για την ορθή τοποθέτησή τους.
Μετεγχειρητικά, ο ασθενής με ολική αρθροπλαστική ώμου απαλλάσσεται από τον πόνο της οστεοαρθρίτιδας και εντασσεται σε ειδικό πρόγραμμα αποκατάστασης. Σύντομα επιστρέφει στο επιθυμητό επίπεδο δραστηριότητας και διαθέτει μια νέα και λειτουργική άρθρωση.
Ανάστροφη αρθροπλαστική ώμου
Η ανάστροφη ολική αρθροπλαστική ώμου (ή ανάστροφη αρθροπλαστική ώμου, εν συντομία) εφαρμόζεται σε ασθενείς που πάσχουν από αρθροπάθεια στροφικού πετάλου (rotator cuff arthropathy). Πρόκειται για μια ιδιαίτερη κατηγορία αρθρίτιδας του ώμου, η οποία οφείλεται στην καταστροφή του στροφικού πετάλου.
Αρθρίτιδα ονομάζεται η καταστροφή του αρθρικού χόνδρου, με αποτέλεσμα την επώδυνη κίνηση μιας άρθρωσης. Στην περίπτωση όμως της αρθροπάθειας του στροφικού πετάλου, η καταστροφή του αρθρικού χόνδρου είναι το τελικό αποτέλεσμα και όχι η αιτία της νόσου. Η αιτία είναι η βλάβη -συνήθως μια μεγάλη ρήξη (σχισμή)- στο στροφικό πέταλο . Αν η ρήξη δεν αντιμετωπισθεί άμεσα, οδηγεί σε ατροφία των αντίστοιχων μυών. Σταδιακά, οι στροφείς του ώμου και οι αντίστοιχοι τένοντές τους εκφυλίζονται, η βλάβη επιδεινώνεται και η ρήξη μετατρέπεται σε πλήρη (μαζική ρήξη). Αυτό σημαίνει ότι το στροφικό πέταλο αδυνατεί να προσφέρει οποιαδήποτε κίνηση στον ώμο. Παράλληλα, η μεγάλη ρήξη του στροφικού πετάλου αφήνει ακάλυπτη την βραχιόνιο κεφαλή (φυσιολογικά καλύπτεται από το στροφικό πέταλο), με αποτέλεσμα το βραχιόνιο να μεταναστεύει προς τα πάνω με κατεύθυνση το ακρώμιο. Στη φάση αυτή, αλλάζει δραματικά ο καταμερισμός των φορτίων που ασκούνται στις αρθρικές επιφάνειες, με αποτέλεσμα τη φθορά και σταδιακή καταστροφή του αρθρικού χόνδρου (εγκατάσταση αρθρίτιδας).
Ενδείξεις για ανάστροφη αρθροπλαστική ώμου
Στην περίπτωση αυτή επομένως, η χρήση της κλασικής (ανατομικής) ολικής αρθροπλαστικής δεν έχει ένδειξη καθώς, η απλή αντικατάσταση των αρθρικών επιφανειών διορθώνει το αποτέλεσμα και όχι την αιτία της νόσου. Ο ασθενής δηλαδή, θα έχει καινούρια άρθρωση χωρίς να διαθέτει μύες (στροφικό πέταλο) να την κινητοποιήσει.
Τη λύση σε αυτό το κλινικό πρόβλημα δίνει η ανάστροφη αρθροπλαστική ώμου. Ο τύπος αυτός αρθροπλαστικής ονομάζεται «ανάστροφος» διότι αντικαθιστούμε τις αρθρικές επιφάνειες αντίστροφα από την ανατομική τους σχέση. Στη θέση της ωμογλήνης τοποθετείται μια μεταλλική σφαίρα και στη θέση της βραχιόνιας κεφαλής τοποθετείται μια κοίλη επιφάνεια που αποτελείται από πλαστικό (πολυαιθυλένιο) και στηρίζεται σε ένα στειλεό, ο οποίος εισέρχεται εντός του αυλού του βραχιονίου. Με τον τρόπο αυτό, η κοίλη επιφάνεια του βραχιονίου κινείται επί της αντίστοιχης σφαίρας της ωμογλήνης, το αντίθετο δηλαδή με αυτό που συμβαίνει στο φυσιολογικό ώμο (κεφαλή βραχιονίου-σφαίρα, ωμογλήνη-κοίλη επιφάνεια).
Με τρόπο αυτό κατορθώνουμε τα εξής:
- επιδιορθώνουμε τις κατεστραμμένες αρθρικές επιφάνειες,
- αποκαθιστούμε –όσο το δυνατόν- την ανατομία του παραμορφωμένου ώμου,
- παρακάμπτουμε τη χρήση του κατεστραμμένου στροφικού πετάλου.
Η ανάστροφη αρθροπλαστική ώμου δεν απαιτεί ακέραιο στροφικό πέταλο για την κίνηση του ώμου. Η κίνηση της άρθρωσης πραγματοποιείται κυρίως μέσω του δελτοειδούς, ο οποίος χρησιμοποιεί την αρθροπλαστική σαν μοχλό, για να ασκήσει δύναμη και να ανυψώσει το άνω άκρο.
Μετεγχειρητικά, ο ασθενής με ανάστροφη αρθροπλαστική ώμου συμμετέχει σε ειδικό πρόγραμμα αποκατάστασης και εκπαιδεύεται από τον φυσιοθεραπευτή στη χρήση της νέας του άρθρωσης.